Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Ι.Μ Αγίου Γεωργίου Βουργαρελίου, η Αγία Λαύρα της Ηπείρου και η εξέγερση στα Τζουμέρκα. (Βίντεο)

Η Μονή του Αγίου Γεωργίου, κτισμένη στο χωριό Βουργαρέλι των Τζουμέρκων, δίκαια χαρακτηρίσθηκε ως η Αγία Λαύρα της Ηπείρου, αφού όχι μόνο προεπαναστατικά αποτελούσε το καταφύγιο κλεφτών και αρματολών, αλλά και σ'αυτά συγκεντρωμένοι οι οπλαρχηγοί των Τζουμέρκων και των Ραδοβυζίων, υπ' τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, κήρυξαν την επανάσταση του 1821 στην περιοχή, με τις ευλογίες του ηγουμένου Χριστοφόρου (15 Μαϊου).


Η Μονή κτίσθηκε το 1714, όπως μαρτυρείται από ημικατεστραμμένη επιγραφή. Άλλη εκδοχή δέχεται ως έτος ιδρύσεως το 1690.

Είναι η κορώνα του Βουργαρελίου στο βόρειο άκρο του και ένα απ' τα σημαντικότερα αξιοθέατα των Τζουμέρκων. Ναός και κελλιά σώζονται σε άριστη κατάσταση. Το μοναστήρι πιθανότατα ιδρύθηκε το 1690 ή λίγο αργότερα, δηλαδή στις αρχές του 18ου αιώνα. Τα σημερινά κελλιά είναι μεταγενέστερες κατασκευές. Στα μέσα του 19ου αιώνα το μοναστήρι βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.

Απήχηση αυτής της ευημερίας του βρίσκουμε στη φιλανθρωπική δράση του, αφού επιχορηγούσε -όπως λένε οι πηγές- με μεγάλα ποσά τα σχολεία της περιοχής και βοηθούσε πεινασμένες οικογένειες.

Ο ναός παρουσιάζει μεγάλες αρχιτεκτονικές ομοιότητες με τη Χρυσοσπηλιώτισσα των Γουριανών. Είναι μονόκλιτη θολωτή βασιλική με οκταγωνικό τρούλλο και καμαροσκέπαστο νάρθηκα. Στις πλάγιες πλευρές του έχει τρίπλευρους χορούς, ανατολικά δε καταλήγει σε επίσης τρίπλευρη κόγχη. Είναι πλακοσκέπαστος με απλή τοιχοποιία και με μόνη εξωτερική διακόσμηση μια οδοντωτή ταινία στο γείσο του τρούλλου. Για ενίσχυση της αντοχής των μακρών πλευρών του κτίστηκαν ογκώδη επικλινή αντερείσματα.
   

Εσωτερικά ο ναός είναι κατάγραφος από τοιχογραφίες του 1714, όπως μαρτυρεί σχετική επιγραφή γραμμένη πάνω απ' τη θύρα του κυρίως ναού που οδηγεί στο νάρθηκα. Οι συνθέσεις παρουσιάζουν τη γνωστή διάταξη σε ζώνες τόσο στον κυρίως ναό όσο και στο νάρθηκα, και έγιναν από Καλαρρυτινούς ζωγράφους. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι επίσης του 18ου αιώνα και στολίζεται με ανάγλυφες παραστάσεις πτηνών και φυτών, έχει δε και πέντε φορητές εικόνες που απ' ό,τι δείχνει η τεχνοτροπία τους πρέπει να έγιναν απ' τους ίδιους ζωγράφους που έκαναν και τις τοιχογραφίες.

Από τα κειμήλια της μονής αξιολογότερο είναι μια ασημένια λειψανοθήκη του 1859 -έργο και αυτό Καλαρρυτιώτη ασημουργού- με λείψανα πολλών αγίων.

Και αυτό το μοναστήρι έχει τη δική του συμβολή στην εθνική μας ιστορία: Σ' αυτό - κατά την παράδοση - συγκεντρώθηκαν οι οπλαρχηγοί των Τζουμέρκων και Ραδοβυζίων Γεώργιος Καραϊσκάκης, Γώγος Μπακόλας, Κουτελίδας, Ίσκος, Ράγγος, Κουτσονίκας και άλλοι με τα παλικάρια τους, και ύψωσαν τη σημαία της επανάστασης του 1821 κάτω απ' τις ευλογίες του ηγούμενου της μονής, Χριστόφορου. Έτσι το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο Βουργαρέλι έγινε η Αγία Λαύρα της Ηπείρου.

Η Μονή Αγίου Γεωργίου αποτελεί σήμερα μετόχι της Ιεράς Μονής Μελατών.

Πηγή



Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΟΥΡΓΑΡΕΛΙΟΥ ΚΑΙ Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ από τη ΒΑΣΩ ΡΑΠΤΗ ΠΛΕΥΡΗ 

Η Ήπειρος και ο αγώνας για την Ελευθερία

Η απελευθέρωση της Ελλάδας απ τη μακρόχρονη δουλεία των 400 χρόνων στους Τούρκους οφείλει πολλά στην Ήπειρο, όπως και σ όλους τους αγωνιστές της επανάστασης του 1821. Η συμβολή των Ηπειρωτών στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 21 υπήρξε κεφαλαιώδης.

Η Φιλική Εταιρία, (1814) η οποία δημιούργησε το ιδεολογικό υπόβαθρο αλλά και οργάνωσε την εξέγερση, οφείλει τη δημιουργία της σε Ηπειρώτες, αφού 2 από τα 3 ιδρυτικά μέλη της ( Σκουφάς, Άρτα – Τσακάλωφ, Ιωάννινα) ήταν απ την Ήπειρο. Επί πλέον πάρα πολλοί Ηπειρώτες εντάχθηκαν σ αυτήν και βοήθησαν οικονομικά, ηθικά αλλά και με την πολεμική τους δράση την εθνική υπόθεση.

Το 1818, η έδρα της Φιλικής Εταιρείας μεταφέρεται απ την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη. Ένας από τους «αποστόλους» της ο Αρτινός Ασημάκης Κροκίδας, μεγαλέμπορος στην Πόλη, αναλαμβάνει τη μύηση του στενού κύκλου συνεργατών του Αλή Πασά. Η κίνηση αυτή υπαγορεύτηκε απ την ιδιοτυπία του κράτους του Αλή Πασά κι απ τις φιλοδοξίες του ν αποσχιστεί απ την Οθωμανική αυτοκρατορία, γεγονός που θα ήταν πολύ ευνοϊκή συγκυρία για τον ελληνικό αγώνα.

Παράλληλα το ενδιαφέρον της Φιλικής στράφηκε προς τους Ηπειρώτες κλεφταρματολούς αλλά και τους Σουλιώτες, που κυνηγημένοι απ τους Τούρκους είχαν καταφύγει στα Επτάνησα.

Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, στις 22 Φεβρουαρίου του 1821, καθώς και η επέκτασή της στην Ελλάδα το Μάρτιο, βρίσκει την Ήπειρο να έχει ήδη γίνει πεδίο μαχών, αφού από τον Ιούλιο του 1820 τα σουλτανικά στρατεύματα πολιορκούν τον Αλή Πασά στα Ιωάννινα, μετά την αποστασία του και την αποκήρυξή του απ το Σουλτάνο «ως ένοχο καθοσιώσεως».
   

Μέσα σ αυτό το κλίμα, ο Αλή Πασάς προσπαθεί να προσεταιριστεί τους παλιούς του εχθρούς, τους Σουλιώτες, παραχωρώντας τους τη δυνατότητα να επανέλθουν στο Σούλι, απελευθερώνοντας τα 60 χωριά τους και ενισχύοντάς τους με 200.000 γρόσια, για τη συντήρηση των οικογενειών τους που βρίσκονταν στα Επτάνησα. Η επιστροφή των Σουλιωτών στο Σούλι, στις 12 Δεκεμβρίου 1820 αποτελεί σπουδαίο γεγονός, καθώς το Σούλι είναι η πρώτη περιοχή της Ελλάδας που απελευθερώνεται και προϊωνίζεται έτσι και η απελευθέρωση των υπόδουλων περιοχών, με την επερχόμενη επανάσταση.

Η Επανάσταση στα Τζουμέρκα.

Η Ήπειρος, τόπος άγριος, γεμάτος βουνά, απρόσιτος, ανυπόταχτος, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας δε γνώρισε την καταπίεση και την ανελευθερία που γνώρισαν οι πεδινές περιοχές. Οι κάτοικοι των ορεινών περιοχών ζούσαν κάτω από καθεστώς ημιανεξαρτησίας και αυτοδιοίκησης, πληρώνοντας κάποιους φόρους στην Τουρκική εξουσία.

Ειδικά τα Τζουμέρκα υπάγονταν στη δικαιοδοσία και προστασία της Βαλιντέ-Σουλτάνας (Βασιλομήτορος), έχοντας κάποια προνόμια που δεν είχαν οι υπόδουλοι άλλων περιοχών.

Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν «μικρογεωργοκτηνοτρόφοι, και οι υπό διαφόρων αιτίων (εποχικών, ανομβρίας, επιδρομών, εχθρικών διωγμών κ.α.) εις μετακίνησιν αναγκαζόμενοι, άπαντες σχεδόν ευθύς εξ αρχής ως κτηνοτρόφοι διεβίωσαν» (Νικ. Χ. Παπακώστας, Ηπειρωτικά, Αθήναι 1967). Όμως η εκμίσθωση Ενετικής Φρουράς ασφαλείας υπαίθρου (1696) και η ανασύσταση των Αρματολικίων το 1740 έδωσε την ευκαιρία για ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, με τη δημιουργία μεγάλων κοπαδιών και την οικονομική ευμάρεια της περιοχής. Στα τσελιγκάτα των Τζουμέρκων γεννιούνται οι γενναίοι αρματολοί της περιοχής αλλά κι εκεί καταφεύγουν οι διωγμένοι απ τους Τούρκους και γίνονται κλέφτες.

Οι προσπάθειες για απελευθέρωση της πατρίδας δε βρίσκουν ασυγκίνητους τους κατοίκους των Τζουμέρκων. Ειδικά μετά το διορισμό του Αλή απ το Σουλτάνο (1784) ως επόπτη δερβεναγάδων Ήπειρο - Θεσσαλίας, Σατράπη Τρικάλων και Πασά των Ιωαννίνων, η περιοχή των Τζουμέρκων έχασε τα προνόμιά της με την επιβολή της γενικής τουρκικής φορολογίας αλλά και ιδίων φόρων.

Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στα Τζουμέρκα σηματοδοτεί την έναρξη της επανάστασης στην Ήπειρο. Ενώ η Επανάσταση στην Πελοπόννησο και την Ανατολική Στερεά ξεκίνησε το Μάρτιο του 1821, στη Δυτική Στερεά και την Ήπειρο θα καθυστερήσει για ειδικούς λόγους.


This photo of St. George is courtesy of TripAdvisor

Για το ξεκίνημα της επανάστασης στη Δυτική Στερεά Ελλάδα πραγματοποιήθηκε μία σύσκεψη στη Λευκάδα ( 30 Ιανουαρίου 1821 ), στην οποία συμμετείχαν ο Οδ. Ανδρούτσος, ο Γ. Βαρνακιώτης, ο Γ. Καραϊσκάκης, ο Δ. Μακρής, ο Ν. Στορνάρης, ο Δ. Κοντογιάννης, Δ. Κίτσος, ο Κατσικογιάννης, ο Πανουργιάς, οι οποίοι με μεγάλο ενθουσιασμό δέχτηκαν την είδηση πως πλησιάζει η μέρα του ξεσηκωμού και έφυγαν για τις περιοχές τους, για να προετοιμάσουν την εξέγερση.

Ο Γ. Καραϊσκάκης έχει επιφορτιστεί να ξεσηκώσει τους κατοίκους της Βόνιτσας. Επειδή όμως του βρίσκει απρόθυμους προχωράει στην Ήπειρο και συναντάει στη Σκουληκαριά το Γώγο Μπακόλα που κατείχε το αρματολίκι του Ραδοβιζίου. Στη συνέχεια συναντήθηκαν με το Γιαννάκη και το Μήτρο Κουτελίδα, οπλαρχηγούς από τη Χώσεψη, που κατείχαν το αρματολίκι των Τζουμέρκων και αποφάσισαν να συγκροτήσουν επαναστατικά σώματα Τζουμερκιωτών.

Τον Απρίλιο του 1821 ο Γιαννάκης Κουτελίδας συναντήθηκε με τους οπλαρχηγούς του Ασπροποτάμου οι οποίοι αποφάσισαν να εξεγερθούν κι αυτοί.

Ενώ ήδη έχει ξεκινήσει η Επανάσταση στην Πελοπόννησο και την Ανατολική Στερεά, στη Δυτική Στερεά οι επαναστατικές ενέργειες άρχισαν το Μάϊο, με την εξέγερση του Μεσολογγίου, του Ξηρομέρου και των Αγράφων. Οι λόγοι της καθυστέρησης οφείλονται στην παραμονή στα Ιωάννινα πολυάριθμων στρατευμάτων για την καταστολή της εξέγερσης του Αλή Πασά αλλά και στην αναποφασιστικότητα των αρματολών της περιοχής, κυρίως του Γεωργ. Βαρνακιώτη στο Ξηρόμερο αλλά και του Ανδρέα Ίσκου στο Βάλτο. Όμως οι πληροφορίες για τις πρώτες επιτυχίες στις εξεγερμένες περιοχές, ενισχύει το φρόνημα και κινητοποιεί τους υπόδουλους.

Ο επαναστατικός αναβρασμός φτάνει και στα Τζουμέρκα, περιοχή με πλούσια επαναστατική παράδοση. Οι οπλαρχηγοί τους μυημένοι στο όραμα της επανάστασης απ τους Φιλικούς «συνέρρεον στα Τζουμέρκα, κατά τόπους συγκεντρούμενοι και εις γνωριμίαν ερχόμενοι, συνεσκέπτοντο, ελάμβανον αφετηρίας προς δράσιν αναλόγως των συνθηκών και των αναγκών εκάστης περιοχής» (Νικ. Χ. Παπακώστας, Ηπειρωτικά, Αθήνα 1967). Έπρεπε λοιπόν , για να ξεκινήσει η εξέγερση και να έχει θετική έκβαση, να συσκεφθούν, να αποφασίσουν, να σχεδιάσουν τις ενέργειες εκείνες που θα απέβαιναν προς όφελος της εθνικής υπόθεσης. Γι αυτό, σύμφωνα με το Νικ. Χ. Παπακώστα, τις πρώτες μέρες της πολιορκίας του Αλή Πασά απ τα σουλτανικά στρατεύματα οι Τζουμερκιώτες, οι Ραδοβυζινοί οπλαρχηγοί και ο Μάρκος Μπότσαρης συνήλθαν στο Μοναστήρι του ΑΓ. Γεωργίου στο Βουργαρέλι, και αποφάσισαν να κηρύξουν την επανάσταση εν ευθέτω χρόνω καθώς και κατάρτισαν σχέδιο. Με βάση τα ιστορικά δεδομένα η πολιορκία του Αλή Πασά απ το Στουλτάνο ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 1820, αφού απ τον Ιούλιο μέχρι τον Αύγουστο τα στρατεύματα που συγκεντρώνονται στα Ιωάννινα. Επομένως η σύσκεψη στον Άγιο Γεώργιο Βουργαρελίου, όπου παίρνεται η απόφαση και σχεδιάζεται η επανάσταση στην περιοχή, συντελείται κατά η μετά το Σεπτέμβριο του 1820.


This photo of St. George is courtesy of TripAdvisor

Η εξέγερση στην περιοχή δρομολογείται μετά τη σύσκεψη της Λευκάδας (30 Ιανουαρίου 1821), όπου συμμετείχε ο Γ. Καραϊσκάκης, ο οποίος στη συνέχεια συνεργάζεται με τους Μπακόλα και Κουτελιδαίους για την προετοιμασία στρατιωτικών σωμάτων από Τζουμερκιώτες, ενώ τον Απρίλιο ο Γιαννάκης Κουτελίδας έρχεται σ επαφή με τους οπλαρχηγούς του Ασπροποτάμου. Παράλληλα, ο ικανότατος πρώην μεγάλος βεζύρης Μεχμέτ Χουρσίτ αναλαμβάνει την αρχηγία του πολέμου εναντίον του Αλή Πασά, φτάνει στα Ιωάννινα στις 3 η 15 Μαρτίου 1821. Αφού αποκατέστησε την ενότητα στο στράτευμα, έστειλε τον Ισμαήλ Πασά, με στρατεύματα, να καταπνίξει την επανάσταση στη Δυτική Στερεά, για να καλύψει τα νώτα του.

Τα γεγονότα αυτά, καθώς και ο κίνδυνος καταστολής της Επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα πρέπει να κινητοποίησαν τους οπλαρχηγούς των Τζουμέρκων και της γύρω περιοχής για ανάληψη δράσης. Έτσι η πρώτη επαναστατική πράξη πραγματοποιείται στις 30 Μαϊου 1821, όταν ο Γιαννάκης Κουτελίδας και Γ. Καραϊσκάκης με 30 Τζουμερκιώτες χτύπησαν τους Τούρκους στο Κομπότι. Η πράξη αυτή συνιστά και την ανεπίσημη έναρξη της επανάστασης στην Ήπειρο. Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτή η ενέργεια σίγουρα προηγήθηκε κάποια σύσκεψη των οπλαρχηγών της περιοχής, στην οποία αποφασίστηκε και σχεδιάστηκε η έναρξη της επαναστατικής δράσης στα Τζουμέρκα.





Τοπική παράδοση του Βουργαρελίου αναφέρει, πως όταν ήταν ηγούμενος στη μονή Αγίου Γεωργίου ο Χριστόφορος, έγινε σύσκεψη στην οποία πήραν μέρος 200 κλέφτες και πρόκριτοι, μεταξύ των οποίων ο Γώγο Μπακόλας, ο Καραϊσκάκης, ο Μήτρο Κουτελίδας, ο Ράγκος, ο Κουτσονίκας, ο Ίσκος κ.α., στην οποία αποφασίστηκε να κηρύξουν την επανάσταση στην περιοχή των Τζουμέρκων. Τα γεγονότα που ακολούθησαν επιβεβαιώνουν την παραπάνω τοπική παράδοση. Η σύσκεψη πρέπει να πραγματοποιήθηκε πριν απ τις 30 Μαϊου 1821, ενώ ο Δημ. Φ. Καρατζένης αναφέρει πως πραγματοποιήθηκε στις 15 Μαϊου.(« Η Άρτα εις την επανάστασιν του 1821»). Για το ίδιο γεγονός ο Κώστας Γ. Μαντάς, σε δημοσίευμά του στην «Ηπειρωτική Εστία» (Οκτώβριος 1952) με τίτλο « το Βουργαρέλι της Άρτης και η μονή Άγιος Γεώργιος» μεταθέτει την ημερομηνία στις 20 Ιουλίου 1821 και χαρακτηρίζει τη Μονή του Αγίου Γεωργίου ως Αγία Λαύρα της περιοχής, καθώς, όπως γράφει, οι οπλαρχηγοί «εκήρυξαν την επανάστασιν, υψώσαντες τη σημαία, με τις ευλογίες του ηγουμένου Χριστοφόρου». Οι παραπάνω πληροφορίες δεν επιβεβαιώνονται από κάποιες τεκμηριωμένες πηγές, αλλά από προφορικές διηγήσεις εντοπίων .

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η σύσκεψη στον Άγιο Γεώργιο έγινε πριν απ τις 30 Μαϊου 1821 και ότι η επανάσταση στα Τζουμέρκα δεν κηρύχτηκε επίσημα, γιατί όπως αναφέρει ο Μακρυγιάννης «εμείς το πηγαίναμε σκεπασμένο», δηλαδή η εξέγερση στην περιοχή παρουσιάστηκε ως κίνηση που θα βοηθούσε τον Αλή Πασά κατά του Σουλτάνου, για να μπορούν οι Έλληνες να έχουν τη βοήθεια και την υποστήριξη των Τουρκαρβανιτών του Αλή, γιατί «δεν είχαμε ούτε όπλα οι περισσότεροι, ούτε τ αναγκαία του πολέμου όλοι» (Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα).

Μετά απ τα παραπάνω, ερμηνεύονται τα γεγονότα που ακολούθησαν, καθώς οι οπλαρχηγοί της περιοχής κατέλαβαν τις διαβάσεις του Μακρυνόρους και απ τις 8 Ιουνίου ως τις 3 Ιουλίου 1821, συγκρούστηκαν με τους Τούρκους, για να μην τους επιτρέψουν να διαβούν προς τη Δυτική Ελλάδα και καταστείλουν την Επανάσταση. Ο Γώγο Μπακόλας και ο Γιάννης Ράγκος πέτυχαν σημαντικές νίκες στην Αγία Παρασκευή και στο Αυτί, ενώ στις 3 Ιουλίου νίκησαν τους Τούρκους στο Κομπότι και τους υποχρέωσαν να καταφύγουν στην πόλη της Άρτας. Παράλληλα οι Σουλιώτες πολεμούσαν με τα Σουλτανικά στρατεύματα στην περιοχή τους, δημιουργώντας αντιπερισπασμό. Έτσι πέτυχαν με συντονισμένη δράση τη διατήρηση της επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα.

Η αναμνηστική πλάκα στο Μοναστήρι.

Η αναμνηστική πλάκα αναφέρει πως η σύσκεψη στο Μοναστήρι έγινε τον Ιούλιο του 1821. Απ τα παραπάνω συνάγεται πως έγιναν 2 συσκέψεις στο Μοναστήρι. Η πρώτη μετά το Σεπτέμβριο του 1820, για την προετοιμασία της εξέγερσης και η δεύτερη πιθανότατα το Μάϊο του 1821, για την έναρξή της.


This photo of St. George is courtesy of TripAdvisor

Οι μάχες στο Βουργαρέλι.

Στην εφημερίδα «το Βουργαρέλι», φύλλο 4, Ιανουάριος 1978, ο Αλέκος Αλεξίου με επιστολή του διασώζει την ύπαρξη μιας αναμνηστικής πλάκας την οποία υπογράφει κάποιος «Μανωλίδης υπομ/χος» και στην οποία αναφέρεται πως στη Μονή του Αγίου Γεωργίου συνήφθη μάχη μεταξύ του Καραϊσκάκη και των Τούρκων. Η πλάκα αναφέρει τα εξής: «Ένθους χαιρετίζω σε Μονή Βουργαρελίου προ της οποίας προ εβδομήκοντα περίπου ετών, συνετρίβη απειροπληθής Τούρκων στρατιά, υπό μικρού Ελληνικού αποσπάσματος οδηγουμένου υπό του ένδοξου στρατηγού Καραϊισκάκη» Οι έτι χαίνοντες πλησίον σου τάφοι πρόκεινται αψευδές τεκμήριον της δόξης των Ελληνικών όπλων, ήτις επτερούγιζεν πέριξ σου τότε».

Καμία άλλη ιστορική μαρτυρία δεν υπάρχει γι αυτό το γεγονός, παρά μόνο η ύπαρξη της περιοχής «Τουρκομνήματα», κοντά στο Μοναστήρι. Όσο για την ύπαρξη της πλάκας αυτής, ο δάσκαλος Γιώργος Παπαδημητρίου αναφέρει πως υπήρχε στην κρεββάτα της Μονής αλλά, μετά την κατοχή, χάθηκε. Αν θεωρήσουμε ότι η πλάκα αυτή διασώζει την ανάμνηση κάποιας μάχης, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να το επιβεβαιώσουν, παρά μόνο το τοπωνύμιο «Τουρκομνήματα» που δηλώνει την ταφή Τούρκων που σκοτώθηκαν πιθανόν σ αυτή τη μάχη.


This photo of St. George is courtesy of TripAdvisor
Με κάθε επιφύλαξη, καταγράφουμε την υπόθεση του Γιάννη Κατσάνου, ότι αν όντως συνέβη αυτή η μάχη, πρέπει να έγινε μετά τις 29 Ιουνίου 1822, όταν ο Μάρκος Μπότσαρης και οι Κουτελιδαίοι συγκρούστηκαν στην Πλάκα με τους Τούρκους. Αφού δεν μπόρεσαν να περάσουν στην απέναντι όχθη του Αράχθου υποχώρησαν και κατευθύνθηκαν στο Πέτα, όπου πήραν μέρος στην ομώνυμη μάχη, στις 4 Ιουλίου 1822. Πιθανότατα λοιπόν, κάποιο τουρκικό απόσπασμα να κατευθύνθηκε απ την Πλάκα στο Βουργαρέλι, όπου τους αντιμετώπισε νικηφόρα ο Καραϊσκάκης.

Η δεύτερη μάχη που έγινε στο Βουργαρέλι, ήταν στις 23 Σεπτεμβρίου 1824, σε οχυρή θέση που κατείχαν οι Τούρκοι. Σ αυτή τη μάχη συγκρούστηκαν 1000 περίπου Έλληνες με τους Κουτελίδα, Σπαή, Ράγκο, Κουτσονίκα (χωρίς τον Καραϊσκάκη, που ήταν άρρωστος στον Προυσσό), με μπουλούκια του Ομέρ Βρυώνη που είχαν ξεκινήσει από το Βάλτο. Η πρώτη σύγκρουση έγινε στη Σκουληκαριά, ενώ η άλλη στις 23 Σεπτεμβρίου, στο Βουργαρέλι.

Η πιο σημαντική μάχη όμως δόθηκε στην περιοχή Σταυρός, μεταξύ Βουργαρελίου και Θεοδωριάνων, στις 4-5 Αυγούστου 1822 και ήταν νικηφόρα για τους Έλληνες.

 



Ο Τοπάλ Πασάς θέλοντας να προελάσει προς τη Στερεά Ελλάδα, λόγω των κλειστών διαβάσεων, επέλεξε τη διαδρομή μέσω της Πλάκας – Βουργαρελίου, να διασχίσει τα Τζουμέρκα. Όμως ο Γώγο Μπακόλας αντελήφθη τα σχέδιά του και διασχίζοντας πρώτος τα Τζουμέρκα, κατέλαβε την οχυρή θέση του Σταυρού. Στη μάχη πήραν μέρος και οι Κουτελιδαίοι, Ράγκος, Καραϊσκάκης, Τσαρακλής, γερο Μπαλωμένος κ.α. Μάλιστα ο Μακρυγιάννης που συμμετείχε στη μάχη εξαίρει την ανδρεία του Γώγου Μπακόλα: « Και ο χειρότερος Έλλην έκαμε ανδρείαν το χρέος του, όμως προτιμάται και δοξάζεται ο Γώγος ο αθάνατος, δε στοχάζεται θάνατο ο αγνός πατριώτης….Ήταν πολλά άξιος και τυχερός ο Γώγος».

Βιβλιογραφία.
Γιάννης Κατσάνος, Ιστορικά κείμενα Βουργαρελίου, Αθήνα 2000.
Αρχείο εφημερίδων, « Το Βουργαρέλι», τόμος Α΄.
Νικ. Χ. Παπακώστας, Ηπειρωτικά, Αθήνα , 1967.
Ήπειρος, 4.000 χρόνια Ελληνικής Ιστορίας και πολιτισμού, Εκδοτική Αθηνών.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ, Εκδοτική Αθηνών.
Στέφανος Ν. Φίλος, Τα Τζουμερκοχώρια, Αθήνα 2000.
Αρετή Κασσελούρη, ο Αγιος Γεώργιος, Μοναστήρι στο Βουργαρέλι Άρτας, έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Άρτης, Άρτα 2003.
Σεραφείμ Ξενοπούλου του Βυζανίου, Δοκίμιον ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης,εν Αθήναις 1884, έκδοση Μουσικοφιλολογικού συλλόγου Άρτας «Σκουφάς», Άρτα 2003.
Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, Αλμωπός (Πέλλα), Αθήνα.




 Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

● Οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην ταυτίζονται με τα περιεχόμενα του άρθρου. Τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν με οποιοδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.
● Οι διαχειριστές του ιστολόγιου δεν ευθύνονται για τα σχόλια και τους δεσμούς που περιλαμβάνει.
● Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, γενικά και εναντίον των συνομιλητών ή των συγγραφέων.
● Μην δημοσιεύετε άσχετα σχόλια με το θέμα.
● Με βάση τα παραπάνω οι διαχειριστές έχουν το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία άλλη προειδοποίηση.