Γράφει η Γεωργία Μπιτάκου
''Είσαι τρελή θα πας να βρεις τον Qani Peci, αυτός δεν έχει μπέσα μπορεί να σε συλλάβει”με προειδοποιεί ντόπιος που ζει στους Βουλιαράτες και από τον οποίο έχω ζητήσει να με οδηγήσει στο Γεωργουτσάτι το γειτονικό χωριό που εδρεύει το αστυνομικό τμήμα και που διευθύνει ένας αμοραλιστής, συμπλεγματικός, ανήθικος, σφετεριστής, Qani Peci το όνομα του, για πολλά χρόνια στα σύνορα της Κακαβιάς, μετέπειτα στο Γεωργουτσάτι, από όπου τον απομάκρυναν, για να επιστρέψει ξανά και να τελειώσει ότι είχε αφήσει στη μέση!
''25 χρόνια βασανίζει, εκφοβίζει, τρομοκρατεί τους Έλληνες της περιοχής και κάνει το παν να προκαλέσει με τον οποιοδήποτε τρόπο τον ξεριζωμό τους.
Έχει γεμίσει τα βουνά και τα γύρω χωριά Τσάμηδες και κατσαπλιάδες που κάνουν τη νύχτα επιδρομές, κλέβουν , καταπατούν, σκορπίζουν τον τρόμο παντού” μου διηγήθηκαν αρκετοί κάτοικοι τις προηγούμενές ημέρες, για αυτόν τον διεφθαρμένο και αδυσώπητο PACI.
Ο Κωνσταντίνος, λεβέντης, αγέρωχος, ατρόμητος, ανυπότακτος, με αυτό το εκτυφλωτικό φως που έκανε το σκοτάδι να ντρέπεται, με αυτό το χαμόγελο νικητή , με την αύρα κατακτητή, με την ενέργεια πολεμιστή που δεν παραδίνεται και με αυτό το Ελληνικό αντιστασιακό γονίδιο που είχε γεμίσει τους λόφους της Δρόπολης με σταυρούς και σημαίες να ανεμίζουν απειλητικά....όχι δεν μπορούσε να αντικρίζει τη θωριά του και αφού δεν του άλλαζε μυαλά παρά τις προσκλήσεις που του έκανε στο στάβλο που είχε για τμήμα, τότε έπρεπε να βρει ένα άλλο τρόπο να συνθλίψει αυτή την εκνευριστικά υπερήφανη υπόσταση...
Έπρεπε με κάθε τρόπο να τον συναντήσω, να δω πως είναι το πρόσωπο του μίσους, πως το σκοτάδι σμιλεύει μορφή, πως είναι το βλέμμα ενός αδίσταχτου αιμοβόρου δολοφόνου, τι αντίκρυζε ο Κωνσταντίνος εκεί στην πλατεία του χωριού του, όταν τα μαγαρισμένα χέρια του ηθικού αυτουργού της εκτέλεσής του, θα αφαιρούσαν το Εθνικό μας Σύμβολο και θα ξεκίναγε η αρχή του τέλους!
Ο Qani Peci μιλάει Ελληνικά και ο οδηγός μου με αφήνει αρκετά μέτρα πιο μακρυά από το τμήμα γιατί δεν πρέπει να μας δουν μαζί.
“Εαν μας δουν μαζί θα έχω σοβαρό πρόβλημα'' εξομολογείται ανήσυχος ο συμπατριώτης και εγώ περπατάω αποφασιστικά προς το τμήμα ...τι αντίφαση ...αριστερά μου το Δημαρχείο Δερόπολης με επιγραφές και σύμβολα Ελληνικά , το Μινώταυρο, η αποθέωση της ανθρωπότητας και λίγα μέτρα πιο κάτω στην καρδιά της πνευματικής πρωτεύουσας της Βορείου Ηπείρου, ανεμίζει η Αλβανική σημαία, σε ένα φυλάκιο που κρύβει συνεργούς ενός εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας!
Μπαίνω μέσα, ένας Αλβανός αστυνομικός, ψηλός, με ανοιχτά μάτια σε στάση ραστώνης , προσηλωμένος στον τηλεοπτικό δέκτη που μεταδίδει ρεπορτάζ για τον ''εξτρεμιστή'' Κατσίφα.
Μιλάει σπαστά Ελληνικά και εγώ συστήνομαι με την άλλη μου ιδιότητα: Διοργανώτρια αγώνων kick boxing, κορυφαίας διοργάνωσης που προβάλλει σπουδαίους μαχητές μεταξύ αυτών και Αλβανούς που ζούνε στην Ελλάδα, γιατί ο αθλητισμός σύνορα δεν έχει και όποιος αξίζει προοδεύει και ευτυχώς το διαδίκτυο φιλοξενεί γενναιόδωρα όσα ισχυρίζομαι προς απόδειξη που θα δαμάσει για λίγο την καχυποψία.
''Θέλω να δω τον Qani Peci και το ζήτημα είναι προσωπικό'' του λέω με τέτοια αποφασιστικότητα που αμέσως τηλεφωνεί στον ανώτερό του που βρίσκεται σε περιπολία σε γειτονικό χωριό.
''Άραγε, σκέφτομαι, ποιον άλλον να έχει βάλει στο στόχαστρο, το ραδιούργο μυαλό του μετά τον Κωνσταντίνο;”..
Ενώ τον περιμένω μπαίνει μέσα ένας ακόμη αστυνομικός, μιλάει εξίσου σπαστά Ελληνικά και λίγο καλύτερα από τον προηγούμενο, ενώ εγώ επαναλαμβάνω τα περί promotion του kick boxing , δείχνω φωτογραφίες από διοργανώσεις μου στο κινητό και εκείνος με ψεύτικο παράπονο μου λέει πως “οι Έλληνες δεν θα μας θέλουν”, ''ενώ εμείς ρισκάρουμε τη ζωή μας για να προστατεύουμε τα σπίτια τους και τις ιδιοκτησίες τους, από κλέφτες και επιδρομείς.
Χτυπάμε τις πόρτες για να τους ρωτάμε εάν είναι καλά και εαν χρειάζονται κάτι'', ολοσχερής διαστρέβλωση της πραγματικότητας, συλλογίζομαι τη σπιτονοικοκυρά μου που έντρομη , το προηγούμενο βράδυ, έκρυψε το βιβλίο μου του Δραγούμη ''Μαρτύρων και ηρώων αίμα'' μη τυχόν μπουν για έλεγχο και μου φυλακίσουν το σύζυγο στη θέα τέτοιου βιβλίου με ''επικίνδυνο'' τίτλο!”
Ανταπαντώ πως στην Πατρίδα μου αγκαλιάσαμε και υποδεχτήκαμε τον Αλβανικό λαό όταν άνοιξαν τα σύνορα, τους βάλαμε στα σπίτια μας και έγιναν αδέρφια μας, εγώ η ίδια ποτέ δεν ξεχώρισα τους αθλητές και δεν αντιμετώπισε ούτε το Ελληνικό κοινό ποτέ ρατσιστικά τους συμπατριώτες του , αλλά.......δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ΕΚΤΕΛΕΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΤΣΙΦΑ!!! ;Ένα παληκάρι φιλήσυχο, ποτέ χυδαίο, καθόλου υβριστικό που έκανε μόνο όσα το ίδιο το Σύνταγμά τους προβλέπει και επιτρέπει.
''Εμείς, ούτε που τον ξέραμε τον Κατσίφα, δεν μας είχε ενοχλήσει ποτέ!!”, μου απάντησε, “ούτε είχαμε εντολή για εκτέλεση, ότι έγινε έγινε από τα κεντρικά και δεν είχαμε καμία σχετική ενημέρωση!”.
Η επόμενη ερώτηση αφορούσε τα βίντεο που σίγουρα είχαν καταγράψει οι κάμερες των ειδικών δυνάμεων για να μου ανταπαντήσει πως δεν είδαν ποτέ κανένα βίντεο ούτε το παραμικρό στιγμιότυπο της ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ!
Οι ερωτήσεις πλήθαιναν και οι αμφισβητήσεις μαζί στα λεγόμενά του και η αρχική αφελής συμμετοχή του στο διάλογο, αντικαταστάθηκε από δυσπιστία για να μου ζητήσει στο τέλος να πάω λίγα μέτρα πιο κάτω και να περιμένω τον QANI PECI σε ένα Mini market -καφέ ιδιοκτησίας του αδερφού του.
Θα μπω αρχικά σε ένα άλλο καφέ στον ίδιο δρόμο , Ελλήνων αυτό και εδώ η τηλεόραση συνδεδεμένη με Ελληνικό κανάλι που μεταδίδει τα γεγονότα της δολοφονίας, σκυμμένοι μέσα Έλληνες παραδομένοι στη θλίψη και στο ..φόβο.
Ο Κατσίφας σκέφτομαι ήθελε να διώξει το φόβο από τους συγχωριανούς του αλλά το φρικαλέο τέλος του μάλλον χρειάζονται καιρό να το επεξεργαστούν. Προς το παρόν είναι μουδιασμένοι και εγώ -που σε λίγο θα συναντήσω το ''δολοφόνο'' του - νιώθω την ανάγκη να συστηθώ γιατί κάνω έρευνα και θέλω ΄'ολα τα κομμάτια της ιστορίας για αυτό πρέπει να συναντήσω τον QANI παρά τη σιχασιά, αηδία και αποστροφή που νιώθω.
''Εσύ κάνε καλά τη δουλειά σου, όπως πρέπει και κράτα αυτά τα τομάρια μακρυά από εμάς '' , θα μου πει ο πιο δυναμικός της παρέας, ενώ με καλεί να καθίσω να με τρατάρουν, κάτι που αποφεύγω για να μη τους δημιουργήσουν πρόβλημα στη συνέχεια, αφού νιώθω διαρκώς μάτια να μας παρατηρούν.
Οι χαφιέδες πολλοί στην επικράτεια. Και άλλοι ηθικοί αυτουργοί, ''Έλληνες'' που αβίαστα χρηματίζονται από τις Αλβανικές αρχές για να προδίδουν τα ''αδέρφια'' τους χωρίς ενοχές και ενδοιασμούς...
Περπατάω ως το μίνι μάρκετ το Αλβανικό , η πινακίδα γράφει PECI και μπαίνοντας μέσα η δυσπιστία στα βλέμματα κυριαρχεί.
Λίγα λεπτά μετά, ένα περιπολικό σταματάει ακριβώς έξω από την κεντρική είσοδο και από τη θέση του συνοδηγού κατεβαίνει αυτός που δεν απήχε πολύ από αυτό που περίμενα: μέτριο ανάστημα, γύρω στο 1, 70, περίπου 80 κιλά, μπλε μάτια γεμάτα κακία, μίσος, οργή, ο συνεργάτης του μέσα από το αυτοκίνητο του μιλάει στα αλβανικά και από τα συμφραζόμενα καταλαβαίνω πως τον προειδοποιεί να προσέξει μη τυχόν τον φωτογραφίσω.
Αρχικά καθόμαστε έξω αλλά αμέσως σηκώνεται, “με ενοχλεί ο ήλιος”, μου λέει και επιτακτικά μου ζητάει να τον ακολουθήσω μέσα...έτσι είναι το σκοτάδι τυφλώνεται από το φως, σκέφτομαι και παίρνω την πρωτοβουλία για την πρώτη ατάκα...''θέλω να καταλάβω γιατί ξέφυγαν τα πράγματα “, του λέω, χωρίς να παίρνω το βλέμμα μου από πάνω του αφού κάνει το ίδιο εκνευριστικά διαπεραστικά και δεν σκοπεύω να του χαρίσω ούτε ένα δευτερόλεπτο αμφιβολίας μιας αλήθειας που περιμένει ο νεκρός εθνομάρτυρας μας για να δικαιωθεί.
''Ποιος σου είπε για μένα;'' με ρωτάει επίμονα και οργισμένα, ''γιατί τον έφερνες στο τμήμα και του έδειξες το όπλο σου;'', συνεχίζω απτόητη σα να μην άκουσα εγώ , ''ποιος σου είπε για μένα'', συνεχίζει το ίδιο αμετανόητος και αυτός, ''οι συνεργάτες σου “, του απαντάω με περίσσιο θράσος, “εγώ ήρθα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής και ζήτησα τον υπεύθυνο και εκείνοι με οδήγησαν σε εσένα”, ''εσύ δεν κάλεσες τις ειδικές δυνάμεις, γιατί αφού ήταν ένας και άοπλος τον πυροβολήσατε στην καρδιά;” φανερά εκνευρισμένος και με βλέμμα που πλέον πετάει φλόγες κατευθείαν από την κόλαση που ανήκει, βροντοφωνάζει ''εγώ δεν εκτέλεσα κανέναν, εγώ δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα, υπάρχουν ανώτεροι από μένα”, ευδιάκριτος ο πανικός πλέον και ενώ σηκώνεται να φύγει τον ακολουθώ για λίγο ακόμα ''ποιοι είναι οι ανώτεροί σου θέλω να τους συναντήσω, να τους μιλήσω, απαγορέυεται ; πες μου ποιοι είναι οι ανώτεροί σου”, ''δεν ξέρω τίποτα, φύγε αμέσως από μπροστά μου, δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα” και φεύγει με γοργό βήμα προς το τμήμα χωρίς να τηλεφωνήσει καν να έρθουν να τον πάρουν...έχει απέναντί του μια Ελληνίδα που του θυμίζει το έγκλημά του και που δεν μπορεί πια να είναι στον ίδιο χώρο μαζί της...
ένα έγκλημα που μπορεί να προκαλέσει και το δικό του τέλος γιατί ...αυτό ακριβώς φοβάται...την εκδίκηση....επιστρέφω στον κεντρικό δρόμο για Βουλιαράτες, ο Peci έχει χαθεί πλεον από τον ορίζοντα, θα υποκριθώ ότι κάνω ωτοστοπ για να με πάρει ο οδηγός μου χωρίς να του δημιουργήσω πρόβλημα σε περίπτωση που μάτια καταδοτών μας παρατηρούν...πιο κάτω ''καφενείο ο πλάτανος'', Έλληνες μιλάνε με ζωηρές φωνές για την εκτέλεση του παληκαριού., για την κηδεία, τη σημαία, τις 4.000 Ελλήνων , τις προσαγωγές στο Αργυρόκαστρο....την Ένωση που κακώς δεν προκάλεσε το 1914 ο Βενιζέλος ,της γης που οι πρόγονοί τους απελευθέρωσαν τρεις φορές...πριν μπω στο αυτοκίνητο, το βλέμμα μου πέφτει σε μια ζωγραφισμένη με μπογιά στον τοίχο, Ελληνικής σημαίας, μοιάζει με αυτή στους Βουλιαράτες...Κωνσταντίνε και αυτή εσύ τη ζωγράφισες, μονολογώ....
Πηγή
''Είσαι τρελή θα πας να βρεις τον Qani Peci, αυτός δεν έχει μπέσα μπορεί να σε συλλάβει”με προειδοποιεί ντόπιος που ζει στους Βουλιαράτες και από τον οποίο έχω ζητήσει να με οδηγήσει στο Γεωργουτσάτι το γειτονικό χωριό που εδρεύει το αστυνομικό τμήμα και που διευθύνει ένας αμοραλιστής, συμπλεγματικός, ανήθικος, σφετεριστής, Qani Peci το όνομα του, για πολλά χρόνια στα σύνορα της Κακαβιάς, μετέπειτα στο Γεωργουτσάτι, από όπου τον απομάκρυναν, για να επιστρέψει ξανά και να τελειώσει ότι είχε αφήσει στη μέση!
''25 χρόνια βασανίζει, εκφοβίζει, τρομοκρατεί τους Έλληνες της περιοχής και κάνει το παν να προκαλέσει με τον οποιοδήποτε τρόπο τον ξεριζωμό τους.
Έχει γεμίσει τα βουνά και τα γύρω χωριά Τσάμηδες και κατσαπλιάδες που κάνουν τη νύχτα επιδρομές, κλέβουν , καταπατούν, σκορπίζουν τον τρόμο παντού” μου διηγήθηκαν αρκετοί κάτοικοι τις προηγούμενές ημέρες, για αυτόν τον διεφθαρμένο και αδυσώπητο PACI.
Ο Κωνσταντίνος, λεβέντης, αγέρωχος, ατρόμητος, ανυπότακτος, με αυτό το εκτυφλωτικό φως που έκανε το σκοτάδι να ντρέπεται, με αυτό το χαμόγελο νικητή , με την αύρα κατακτητή, με την ενέργεια πολεμιστή που δεν παραδίνεται και με αυτό το Ελληνικό αντιστασιακό γονίδιο που είχε γεμίσει τους λόφους της Δρόπολης με σταυρούς και σημαίες να ανεμίζουν απειλητικά....όχι δεν μπορούσε να αντικρίζει τη θωριά του και αφού δεν του άλλαζε μυαλά παρά τις προσκλήσεις που του έκανε στο στάβλο που είχε για τμήμα, τότε έπρεπε να βρει ένα άλλο τρόπο να συνθλίψει αυτή την εκνευριστικά υπερήφανη υπόσταση...
Έπρεπε με κάθε τρόπο να τον συναντήσω, να δω πως είναι το πρόσωπο του μίσους, πως το σκοτάδι σμιλεύει μορφή, πως είναι το βλέμμα ενός αδίσταχτου αιμοβόρου δολοφόνου, τι αντίκρυζε ο Κωνσταντίνος εκεί στην πλατεία του χωριού του, όταν τα μαγαρισμένα χέρια του ηθικού αυτουργού της εκτέλεσής του, θα αφαιρούσαν το Εθνικό μας Σύμβολο και θα ξεκίναγε η αρχή του τέλους!
Ο Qani Peci μιλάει Ελληνικά και ο οδηγός μου με αφήνει αρκετά μέτρα πιο μακρυά από το τμήμα γιατί δεν πρέπει να μας δουν μαζί.
“Εαν μας δουν μαζί θα έχω σοβαρό πρόβλημα'' εξομολογείται ανήσυχος ο συμπατριώτης και εγώ περπατάω αποφασιστικά προς το τμήμα ...τι αντίφαση ...αριστερά μου το Δημαρχείο Δερόπολης με επιγραφές και σύμβολα Ελληνικά , το Μινώταυρο, η αποθέωση της ανθρωπότητας και λίγα μέτρα πιο κάτω στην καρδιά της πνευματικής πρωτεύουσας της Βορείου Ηπείρου, ανεμίζει η Αλβανική σημαία, σε ένα φυλάκιο που κρύβει συνεργούς ενός εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας!
Μπαίνω μέσα, ένας Αλβανός αστυνομικός, ψηλός, με ανοιχτά μάτια σε στάση ραστώνης , προσηλωμένος στον τηλεοπτικό δέκτη που μεταδίδει ρεπορτάζ για τον ''εξτρεμιστή'' Κατσίφα.
Μιλάει σπαστά Ελληνικά και εγώ συστήνομαι με την άλλη μου ιδιότητα: Διοργανώτρια αγώνων kick boxing, κορυφαίας διοργάνωσης που προβάλλει σπουδαίους μαχητές μεταξύ αυτών και Αλβανούς που ζούνε στην Ελλάδα, γιατί ο αθλητισμός σύνορα δεν έχει και όποιος αξίζει προοδεύει και ευτυχώς το διαδίκτυο φιλοξενεί γενναιόδωρα όσα ισχυρίζομαι προς απόδειξη που θα δαμάσει για λίγο την καχυποψία.
''Θέλω να δω τον Qani Peci και το ζήτημα είναι προσωπικό'' του λέω με τέτοια αποφασιστικότητα που αμέσως τηλεφωνεί στον ανώτερό του που βρίσκεται σε περιπολία σε γειτονικό χωριό.
''Άραγε, σκέφτομαι, ποιον άλλον να έχει βάλει στο στόχαστρο, το ραδιούργο μυαλό του μετά τον Κωνσταντίνο;”..
Ενώ τον περιμένω μπαίνει μέσα ένας ακόμη αστυνομικός, μιλάει εξίσου σπαστά Ελληνικά και λίγο καλύτερα από τον προηγούμενο, ενώ εγώ επαναλαμβάνω τα περί promotion του kick boxing , δείχνω φωτογραφίες από διοργανώσεις μου στο κινητό και εκείνος με ψεύτικο παράπονο μου λέει πως “οι Έλληνες δεν θα μας θέλουν”, ''ενώ εμείς ρισκάρουμε τη ζωή μας για να προστατεύουμε τα σπίτια τους και τις ιδιοκτησίες τους, από κλέφτες και επιδρομείς.
Χτυπάμε τις πόρτες για να τους ρωτάμε εάν είναι καλά και εαν χρειάζονται κάτι'', ολοσχερής διαστρέβλωση της πραγματικότητας, συλλογίζομαι τη σπιτονοικοκυρά μου που έντρομη , το προηγούμενο βράδυ, έκρυψε το βιβλίο μου του Δραγούμη ''Μαρτύρων και ηρώων αίμα'' μη τυχόν μπουν για έλεγχο και μου φυλακίσουν το σύζυγο στη θέα τέτοιου βιβλίου με ''επικίνδυνο'' τίτλο!”
Ανταπαντώ πως στην Πατρίδα μου αγκαλιάσαμε και υποδεχτήκαμε τον Αλβανικό λαό όταν άνοιξαν τα σύνορα, τους βάλαμε στα σπίτια μας και έγιναν αδέρφια μας, εγώ η ίδια ποτέ δεν ξεχώρισα τους αθλητές και δεν αντιμετώπισε ούτε το Ελληνικό κοινό ποτέ ρατσιστικά τους συμπατριώτες του , αλλά.......δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ΕΚΤΕΛΕΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΤΣΙΦΑ!!! ;Ένα παληκάρι φιλήσυχο, ποτέ χυδαίο, καθόλου υβριστικό που έκανε μόνο όσα το ίδιο το Σύνταγμά τους προβλέπει και επιτρέπει.
''Εμείς, ούτε που τον ξέραμε τον Κατσίφα, δεν μας είχε ενοχλήσει ποτέ!!”, μου απάντησε, “ούτε είχαμε εντολή για εκτέλεση, ότι έγινε έγινε από τα κεντρικά και δεν είχαμε καμία σχετική ενημέρωση!”.
Η επόμενη ερώτηση αφορούσε τα βίντεο που σίγουρα είχαν καταγράψει οι κάμερες των ειδικών δυνάμεων για να μου ανταπαντήσει πως δεν είδαν ποτέ κανένα βίντεο ούτε το παραμικρό στιγμιότυπο της ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ!
Οι ερωτήσεις πλήθαιναν και οι αμφισβητήσεις μαζί στα λεγόμενά του και η αρχική αφελής συμμετοχή του στο διάλογο, αντικαταστάθηκε από δυσπιστία για να μου ζητήσει στο τέλος να πάω λίγα μέτρα πιο κάτω και να περιμένω τον QANI PECI σε ένα Mini market -καφέ ιδιοκτησίας του αδερφού του.
Θα μπω αρχικά σε ένα άλλο καφέ στον ίδιο δρόμο , Ελλήνων αυτό και εδώ η τηλεόραση συνδεδεμένη με Ελληνικό κανάλι που μεταδίδει τα γεγονότα της δολοφονίας, σκυμμένοι μέσα Έλληνες παραδομένοι στη θλίψη και στο ..φόβο.
Ο Κατσίφας σκέφτομαι ήθελε να διώξει το φόβο από τους συγχωριανούς του αλλά το φρικαλέο τέλος του μάλλον χρειάζονται καιρό να το επεξεργαστούν. Προς το παρόν είναι μουδιασμένοι και εγώ -που σε λίγο θα συναντήσω το ''δολοφόνο'' του - νιώθω την ανάγκη να συστηθώ γιατί κάνω έρευνα και θέλω ΄'ολα τα κομμάτια της ιστορίας για αυτό πρέπει να συναντήσω τον QANI παρά τη σιχασιά, αηδία και αποστροφή που νιώθω.
''Εσύ κάνε καλά τη δουλειά σου, όπως πρέπει και κράτα αυτά τα τομάρια μακρυά από εμάς '' , θα μου πει ο πιο δυναμικός της παρέας, ενώ με καλεί να καθίσω να με τρατάρουν, κάτι που αποφεύγω για να μη τους δημιουργήσουν πρόβλημα στη συνέχεια, αφού νιώθω διαρκώς μάτια να μας παρατηρούν.
Οι χαφιέδες πολλοί στην επικράτεια. Και άλλοι ηθικοί αυτουργοί, ''Έλληνες'' που αβίαστα χρηματίζονται από τις Αλβανικές αρχές για να προδίδουν τα ''αδέρφια'' τους χωρίς ενοχές και ενδοιασμούς...
Περπατάω ως το μίνι μάρκετ το Αλβανικό , η πινακίδα γράφει PECI και μπαίνοντας μέσα η δυσπιστία στα βλέμματα κυριαρχεί.
Λίγα λεπτά μετά, ένα περιπολικό σταματάει ακριβώς έξω από την κεντρική είσοδο και από τη θέση του συνοδηγού κατεβαίνει αυτός που δεν απήχε πολύ από αυτό που περίμενα: μέτριο ανάστημα, γύρω στο 1, 70, περίπου 80 κιλά, μπλε μάτια γεμάτα κακία, μίσος, οργή, ο συνεργάτης του μέσα από το αυτοκίνητο του μιλάει στα αλβανικά και από τα συμφραζόμενα καταλαβαίνω πως τον προειδοποιεί να προσέξει μη τυχόν τον φωτογραφίσω.
Αρχικά καθόμαστε έξω αλλά αμέσως σηκώνεται, “με ενοχλεί ο ήλιος”, μου λέει και επιτακτικά μου ζητάει να τον ακολουθήσω μέσα...έτσι είναι το σκοτάδι τυφλώνεται από το φως, σκέφτομαι και παίρνω την πρωτοβουλία για την πρώτη ατάκα...''θέλω να καταλάβω γιατί ξέφυγαν τα πράγματα “, του λέω, χωρίς να παίρνω το βλέμμα μου από πάνω του αφού κάνει το ίδιο εκνευριστικά διαπεραστικά και δεν σκοπεύω να του χαρίσω ούτε ένα δευτερόλεπτο αμφιβολίας μιας αλήθειας που περιμένει ο νεκρός εθνομάρτυρας μας για να δικαιωθεί.
''Ποιος σου είπε για μένα;'' με ρωτάει επίμονα και οργισμένα, ''γιατί τον έφερνες στο τμήμα και του έδειξες το όπλο σου;'', συνεχίζω απτόητη σα να μην άκουσα εγώ , ''ποιος σου είπε για μένα'', συνεχίζει το ίδιο αμετανόητος και αυτός, ''οι συνεργάτες σου “, του απαντάω με περίσσιο θράσος, “εγώ ήρθα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής και ζήτησα τον υπεύθυνο και εκείνοι με οδήγησαν σε εσένα”, ''εσύ δεν κάλεσες τις ειδικές δυνάμεις, γιατί αφού ήταν ένας και άοπλος τον πυροβολήσατε στην καρδιά;” φανερά εκνευρισμένος και με βλέμμα που πλέον πετάει φλόγες κατευθείαν από την κόλαση που ανήκει, βροντοφωνάζει ''εγώ δεν εκτέλεσα κανέναν, εγώ δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα, υπάρχουν ανώτεροι από μένα”, ευδιάκριτος ο πανικός πλέον και ενώ σηκώνεται να φύγει τον ακολουθώ για λίγο ακόμα ''ποιοι είναι οι ανώτεροί σου θέλω να τους συναντήσω, να τους μιλήσω, απαγορέυεται ; πες μου ποιοι είναι οι ανώτεροί σου”, ''δεν ξέρω τίποτα, φύγε αμέσως από μπροστά μου, δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω τίποτα” και φεύγει με γοργό βήμα προς το τμήμα χωρίς να τηλεφωνήσει καν να έρθουν να τον πάρουν...έχει απέναντί του μια Ελληνίδα που του θυμίζει το έγκλημά του και που δεν μπορεί πια να είναι στον ίδιο χώρο μαζί της...
ένα έγκλημα που μπορεί να προκαλέσει και το δικό του τέλος γιατί ...αυτό ακριβώς φοβάται...την εκδίκηση....επιστρέφω στον κεντρικό δρόμο για Βουλιαράτες, ο Peci έχει χαθεί πλεον από τον ορίζοντα, θα υποκριθώ ότι κάνω ωτοστοπ για να με πάρει ο οδηγός μου χωρίς να του δημιουργήσω πρόβλημα σε περίπτωση που μάτια καταδοτών μας παρατηρούν...πιο κάτω ''καφενείο ο πλάτανος'', Έλληνες μιλάνε με ζωηρές φωνές για την εκτέλεση του παληκαριού., για την κηδεία, τη σημαία, τις 4.000 Ελλήνων , τις προσαγωγές στο Αργυρόκαστρο....την Ένωση που κακώς δεν προκάλεσε το 1914 ο Βενιζέλος ,της γης που οι πρόγονοί τους απελευθέρωσαν τρεις φορές...πριν μπω στο αυτοκίνητο, το βλέμμα μου πέφτει σε μια ζωγραφισμένη με μπογιά στον τοίχο, Ελληνικής σημαίας, μοιάζει με αυτή στους Βουλιαράτες...Κωνσταντίνε και αυτή εσύ τη ζωγράφισες, μονολογώ....
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
● Οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην ταυτίζονται με τα περιεχόμενα του άρθρου. Τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν με οποιοδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.
● Οι διαχειριστές του ιστολόγιου δεν ευθύνονται για τα σχόλια και τους δεσμούς που περιλαμβάνει.
● Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, γενικά και εναντίον των συνομιλητών ή των συγγραφέων.
● Μην δημοσιεύετε άσχετα σχόλια με το θέμα.
● Με βάση τα παραπάνω οι διαχειριστές έχουν το δικαίωμα διαγραφής σχολίων χωρίς καμία άλλη προειδοποίηση.